Φέτα
Θηλυκό του Φέτος, με ονομασία προέλευσης. Είναι μάλιστα και βρισιά: "Άντε μωρή φέτα!!", ή, εναλλακτικά, "Γύρνα στο βαρέλι σου μωρή φέτα". Στον πληθυντικό χρησιμοποιείται για να δηλώσει το καλογυμνασμένο σώμα: "αυτός είναι φέτες" και για να περιγράψει καταστάσεις υπεροχής: "τους έκαναν φέτες", "έφυγαν φέτες".
Η φέτα εφευρέθηκε το 452 και 12 μέρες π.Χ. από τον μέγα εφευρέτη Φέτιο 'Ηπυρο απ' τον οποίο πήρε και το όνομά της.
Χρήσεις της λέξης ΦέταΕπεξεργασία
- - Θα σε κόψω φέτες.
- - Πιάσε μια φέτα ψωμί.
- - Βάλε μισό κιλό φέτα.
- - Λα φέτ ντε λα λούν (Γαλλικόν Άσμα)
ΟρισμόςΕπεξεργασία
Οφείλουμε να αναφέρουμε πως ο όρος "φέτα" είναι και ακρωνύμιο. Έτσι, φέτα είναι η Φανατική Εκπρόσωπος Της Ασχήμιας.
Η φέτα δίδεται από την εξίσωση
ΔισκογραφίαΕπεξεργασία
- Ψόφιες Φέτες https://www.youtube.com/watch?v=eqfbhy8JCe4